14 Μαΐου 2007

Συνέντευξη Σωκράτη Μάλαμα - τεύχος 9 (2003)

Σωκράτης Μάλαμας
Αδαμαντοσυλλέκτης!
του Ηλία Βολιότη – Καπετανάκη
Αν περιμένετε να διαβάσετε μια συγκροτημένη τυπική συνέντευξη, είστε... βαθιά νυχτωμένοι! Γυρίστε αμέσως σελίδα! Την Τσικνοπέμπτη δεν πήγαμε για μπουζούκια και κοψίδια αλλά για να ακούσουμε τον Σωκράτη Μάλαμα. Μετά από δυο μέρες ήπιαμε μαζί ένα καφεδάκι, ελληνικό παρακαλώ, και πιάσαμε την... λογοδιάρροια. Ευτυχώς υπήρχε ένα αδιάκριτο μαγνητόφωνο που την κατέγραψε, γιατί έχω την αυταπάτη ότι ειπώθηκαν και σημαντικά πράγματα. Αν επιμένετε ακόμα, ακούστε το!
Έλεγες για την επικοινωνία του καλλιτέχνη με το κοινό του.
Α, ναι! Ποια η διαφορά ανάμεσα στον τραγουδιστή και στον τραγουδοποιό. Υπάρχει διαφορά γιατί ο ένας έχει την απόλυτη ευθύνη των λόγων και των μουσικών θεμάτων, έχει την αντίστοιχη ταραχή για αυτό. Ο τραγουδιστής έχει εξασφαλισμένη την απόσταση, είναι κρυμμένος πίσω από μια κουρτίνα.
Ναι, αλλά ο τραγουδιστής καθιερώνει το τραγούδι.
Ναι, καταξιώνει το τραγούδι, αλλά τι πάει να πει αυτό. Έχει μια αβάντα, δεν έχει όλα τα συναισθήματα φορτωμένα στις πλάτες του. Απλώς του αρέσει κάτι και το εκτελεί, βεβαίως κατά τον καλύτερο τρόπο. Δεν έχει την αγωνία: τι έκανα; Αφορά κανέναν άλλο αυτό το πράγμα;
Έχει όμως την αγωνία του ρεπερτορίου που ίσως στην καταναλωτική εποχή μπορεί να είναι χειρότερη.
Πάντως αυτά δεν είναι ίδια πράγματα.
Τότε γιατί τραγουδάς όλα τα τραγούδια σου;
Γιατί τα φέρνω βόλτα και διότι στα πρώτα μου βήματα κατ' επανάληψη έκανα προτάσεις σε τραγουδιστές και δεν δέχτηκε κανένας να τραγουδήσει. Μετά το πήρα και εγώ λίγο γινάτι, όπως όταν δεν σε παίζουν οι φίλοι σου μπάλα στο γήπεδο, παίζεις μόνος σου.
Στην εποχή του ρεμπέτικου ο συνθέτης καθορίζει πώς είναι το τραγούδι. Από τα ινδοπρεπή και μετά ο τραγουδιστής γίνεται υποχείριο των εταιρειών και εκτοπίζει τον συνθέτη. Η δική σας η γενιά επαναφέρει τον τροβαδούρο.
Δεν το σκέφτηκε κανένας αυτό, προέκυψε σαν ανάγκη μέσα στον χρόνο. Ξαφνικά ξεφύτρωσαν στο χωράφι που λέγεται μουσικό δρώμενο και διάφορα αγριόχορτα.
Ποια είναι τα αγριόχορτα;
Εμείς. Εκεί που ήταν μια καλλιέργεια θερμοκηπίου, ξαφνικά βγήκαν ζιζάνια. Χόρτα που δεν θα ήθελαν ποτέ να δουν μπροστά τους οι άνθρωποι που ασχολούνται με την εμπορία του τραγουδιού. Μεγάλωσαν χωρίς να τα πάρει κανείς χαμπάρι. Βέβαια στην πορεία είδαν ότι δεν κινδυνεύουν και πολύ από αυτά. Τα αφήσανε...
Τα αφήσανε ή κοιτάξανε να τα εκμεταλλευτούνε;
Στο χωράφι όλα είναι εκμεταλλεύσιμα. Έγινε αρκούντως εμπορική εκμετάλλευση αλλά αυτό ξεφύτρωσε μόνο του. Δεν κάθισαν οι ειδήμονες, να πουν θα προωθήσουμε κάποια ταλέντα.
Ίσα-ίσα ήταν εντελώς αρνητικό το κλίμα. Η δική σου εμπειρία τι λέει;
Όταν είχα έτοιμα τα πρώτα τραγούδια, προσέγγισα ανθρώπους με τους οποίους συνεργαζόμουνα σα μουσικός. Δε βλέπανε τίποτα σε αυτά. Λέγανε ότι δεν έχει ένα ρεφρέν, το κουπλέ. Δεν έχει την γεωμετρία του κλασικού ελληνικού τραγουδιού.
Μα υπάρχει βρε Σωκράτη, προσχεδιασμένη τέχνη, ιδιαίτερα λαϊκή;
Τώρα υπάρχει.
Δεν μιλάμε για το σκυλάδικο!
Γιατί να μη μιλάμε και για το σκυλάδικο! Από την στιγμή που καταναλώνεται, δεν μπορούμε να βγάλουμε τίποτα απέξω. Είμαστε ή δεν είμαστε σ' αυτό το συρφετό; Αν φτιάχναμε τώρα ένα σωματείο τραγουδιστών θα μπορούσε κανείς να αρνηθεί την δική μου συμμετοχή επειδή είναι ο τάδε και ο τάδε.
Εσύ θα πήγαινες; Εγώ δεν θα πήγαινα, σε μια λίγκα συγγραφέων που γράφουν γλυκανάλατα ρομάντζα για χαζοχαρούμενες γκόμενες.
Δεν θα πήγαινα ούτε εγώ, αλλά δεν μπορούμε να αρνηθούμε ότι πλέουμε στην ίδια θάλασσα. Απλά κάποιοι φορούν σωσίβια με το που πέφτουν στο νερό και άλλοι δεν φορούν καθόλου.
Είπες ότι στην αρχή δυσκολεύτηκες πολύ. Άρα δεν έπεσες χωρίς σωσίβιο.
Εγώ είχα ένα μεγάλο ατού. Μου 'δωσε βήμα ο Νικόλας Παπάζογλου. Είπε: «Μπες στο στούντιο και γράψε!» Αυτό δεν μου το 'κανε κανένας. Είχα πάει και στον μπαμπά Μαραβέλια, τον συχωρεμένο, μου λέει: «Kάτι έχει εδώ... αυτό το πράγμα αν μπορείς να το ηχογραφήσεις και να το ετοιμάσεις σε 40 ώρες... θα δούμε.» Αυτό δεν μου άρεσε εμένα καθόλου. Εξαφανίστηκα. Έπαιζα καναδυό τραγουδάκια στα ρεμπετάδικα και όπου αλλού εμφανιζόμουνα. Εκεί συναντηθήκαμε με τον Παπάζογλου και μου είπε, μπες και γράψε.
Γιατί θεωρείς τον εαυτό σου ζιζάνιο στο χωράφι;
Γιατί όλα τα πράγματα που χάιδεψαν τα αυτιά μου ήταν αγαπησιάρικα, γεμάτα ροζ χρώματα και κορδέλες. Ξαφνικά να έρχεσαι και να γκρινιάζεις μέσα σε ένα τέτοιο χώρο, αν μη τι άλλο, ο πρώτος χαρακτηρισμός που μου έδωσαν είναι μίζερος, σκοτεινός. Περιέγραφα την από εδώ πλευρά... την πλάτη του γεγονότος. Κατάλαβες;
Γιατί είναι κακό να γκρινιάζει κανείς;
Ε, σε μια κοινωνία που θέλει να θεωρήσει τον εαυτό της ότι μπήκε κανονικότατα μέσα στην ευζωία και όλα είναι θαυμαστά και δεν τρέχει τίποτα, ένας που μπαίνει μέσα και λέει: Μάγκες δεν είναι έτσι.
Tους χαλάει την μανέστρα...
Χαλάει... Κάπου στεναχωριέται ο άλλος όταν του χαλάς την ψευδαίσθηση ή την πραγματικότητά του, κλωτσάει πέρα. Τα πρώτα χρόνια αν δεν ήμουν ψώνιο τελείως, θα τα είχα παρατήσει. Ξέρεις τι είναι να παίζεις σε ένα μαγαζί 400 θέσεων και να έχεις 5 ακροατές. Έπαιζα όμως. Αλλά εγώ νόμιζα ότι υπήρχε λόγος να το κάνω. Ήταν ζήτημα επιμονής. Δεν γινότανε επίτηδες.
Τι σημαίνει επίτηδες στην τέχνη; Το είπες και μόνο σου ότι ήσουν ψώνιο.
Ναι ήμουν ψώνιο.
Χωρίς ψώνιο υπάρχει τέχνη;
Δεν ξέρω! Αυτά τα γνωρίζουν όσοι ασχολούνται με τα επιμέρους του θέματος.
Κοίταξε τώρα, το ψώνιο, με την έννοια αυτού που λέμε μεράκι, έτσι;
Δεν ξέρω αλλά νομίζω ότι ήταν κινητήριος δύναμη. Θεωρώ ότι οι λέξεις που λέμε δεν χάνονται. Ένα βλέμμα που ρίχνουμε, δεν χάνεται! Τίποτα δεν χάνεται! Είναι μια δόνηση. Είναι μια πραγματικότητα. Μπορεί να είναι αόρατη, αλλά είναι παρούσα. Και εγώ έλεγα ότι εντάξει, μπορεί να μην έχω ακροατήριο αλλά τα λέω τα τραγούδια μου για τον αέρα, τα δένδρα, για τα στοιχεία.
Και τώρα που έφτασες να έχεις φανατικό ακροατήριο;
Δεν ξέρω αν έχω φανατικό ακροατήριο.
Μα αυτό που έγινε στο Μετρό την Τσικνοπέμπτη ήταν ωραίο. Το λέγαμε με την Μαίρη, όλος ο κόσμος άκουγε με κατάνυξη και τραγουδούσε.
Με τα χρόνια διάφοροι «οικειοποιήθηκαν», θέλω να πω, ένιωσαν τα τραγούδια, τους έλεγαν τα πράγματα που σκέφτονταν, υπάρχουν άνθρωποι που αισθάνονται όπως κι εγώ.
Υπάρχει νεολαία που και σήμερα ακούει όμορφα τραγούδια.
Αυτή είναι η γιορτή τους. Με αυτόν τον τρόπο καταλαβαίνουν, αισθάνονται την χαρά τους και το ξεφάντωμά τους. Δεν διασκεδάζει όλος ο κόσμος ίδια. Κάποιος που θέλει να ανέβει στο τραπέζι να χορέψει είναι σεβαστός. Ξέρεις πόσα χρόνια έκανα για να το δεχτώ αυτό.
Εγώ δεν το δέχομαι ακόμα, ποτέ δεν θα το δεχτώ.
Εγώ το δέχομαι πια.
Σαβούρα και καψούρα
Σαβούρα και καψούρα, αλλά τέλος πάντων εσύ δίνεις συνέντευξη.
Ουδεμία σημασία έχει αν για το δικό μου μυαλό αυτό είναι σαβούρα. Φυσικά δεν θα πάω ποτέ σε τέτοιο χώρο να διασκεδάσω, αλλά βλέπω ότι έτσι είναι η γνώση, η ψυχή, το ένστικτο του καθενός.
Μα όλα αυτά είναι ένα φτιασίδωμα του συστήματος. Επειδή το θέλει πάει στο σκυλάδικο;
Να το πάμε πιο βαθιά. Οτιδήποτε πρεσβεύουμε, οποιαδήποτε άποψη, οποιαδήποτε σκέψη μας, έχει βάση πάνω σε παραδεδεγμένα πράγματα και σε διοχετευμένη γνώση.
Εδώ δεν μιλάμε για διοχετευμένη γνώση, μιλάμε για διοχετευμένη παραπλάνηση.
Μα τώρα θα κάνουμε φιλοσοφική συζήτηση.
Και γιατί να μην κάνουμε;
Την μουσική δεν μπορούμε να την πάμε εκεί γιατί θα πρέπει να απορρίψουμε τα πάντα. Να βγάλουμε τα ρούχα μας και να κυκλοφορούμε γυμνοί.
Γιατί;
Γιατί έτσι! Γιατί κάθε τι που λέω, ξέρω, ότι απορρέει από μια κουλτούρα και από μια παιδεία που μου έχει δοθεί, άρα μπορεί να μην ήταν η τηλεόραση αυτή που με γαλούχησε, μπορεί να ήταν η κοινωνία και ο δάσκαλος, η μάνα μου στο σπίτι και ο πατέρας μου, αλλά ξέρω ότι δεν είμαι εγώ ακριβώς. Είναι οι άλλοι και ένα στοιχείο που διαπλάθει και αναπλάθει τα πράγματα σε ένα καινούριο πυρήνα. Και αυτοί που βομβαρδίζονται από την τηλεόραση 24 ώρες, στην ίδια μοίρα με μας βρίσκονται απλώς σε πιο περιορισμένο επίπεδο.
Είμαστε γεννήματα των συνθηκών αλλά δεν είναι αμελητέα και η δική μας παρέμβαση. Όσο μας διαμορφώνει η κοινωνία, τόσο καθένας μας επηρεάζει την κοινωνία. Και όλο αυτό εγώ το λέω ζωή. Ποια είναι η δική σου γνώμη;
Πώς να την δω;
Την θεωρείς δυναμική ή περιθωριακή;
Είναι περιθωριακό ακόμα. Ίσως όταν πεθάνουμε να χρησιμοποιηθούν 4-5 πράγματα από τις δουλειές μας και να πειραματιστούν καινούριοι άνθρωποι και να βγάλουν νέες φόρμες.
Θεωρείς τον εαυτό σου ότι είσαι η γέφυρα προς το έργο και όχι το ίδιο το έργο;
Είμαστε ενδιάμεσοι. Έτσι αισθάνομαι. Πατάμε πολύ στα δεδομένα του κοντινού παρελθόντος. Εκτός από το δημοτικό τραγούδι που έχει περάσει στο... σκληρό δίσκο, είμαστε δεσμευμένοι από αυτό το υλικό και με ό,τι μας κατέκλυσε τα τελευταία 30 χρόνια η ροκ σκηνή, η κλασική μουσική, όλα αυτά.
Μα υπάρχει παρθενογέννηση στην τέχνη;
Σου λέω ότι εμείς είμαστε πάρα πολύ κοντά στην πλευρά του παρελθόντος. Δεν είμαστε προσηλωμένοι αλλά δέσμιοι του παρελθόντος.
Εσύ αισθάνεσαι φυλακισμένος;
Βέβαια! Αφού οι μελωδίες, οι αρμονίες που γυρίζουν στο κεφάλι μου, που κάνω προσπάθεια να μεταπηδήσω από τα δεδομένα του παρελθόντος, είναι αυτούσια σημεία του. Συλλέγουμε νύξεις, βλέμματα παλιών, ενσωματώνουμε όλα αυτά, τα προβάλλουμε στη δική μας οθόνη και φτιάχνουμε καινούρια εικόνα. Εικόνα όμως με διαφορετικά θέματα, αλλά τα ψυχικά σχεδιάσματα είναι των παλαιών.
Ρακοσυλλέκτης του παρελθόντος;
Αδαμαντοσυλλέκτης, διότι όσα συλλέγω δεν είναι ράκη, είναι πολύτιμα. Απλώς καμιά φορά λέω, δεν θα μπορούσαμε να καταλήξουμε σε μια άλλη έκφραση; Έχω στιγμές που ακούω μουσική μέσα στο κεφάλι μου. Όχι μέσα στο κεφάλι μου... Έξω. Ακούω τη μουσική του κόσμου και αυτό κάποτε αποκτά μέτρο μέσα μου. Και βλέπω το θαυμαστό. Δεν μπορώ να το μεταφέρω πλέον.
Ε, αυτό δεν είναι η τέχνη;
H αγωνία του ότι δεν μεταφέρεις αυτό που αντιλαμβάνεσαι; Δεν νομίζω ότι αυτό είναι η τέχνη.
Όταν ο καλλιτέχνης όλα τα μετουσιώσει σε τέχνη, δεν χρειάζεται πλέον τη ζωή...
Το είπες τώρα! Όταν τα μετουσιώσει ΟΛΑ! Δεν μιλάμε για όλα. Εδώ μιλάμε για ψήγματα.
Όλα, σύμφωνα με τις δυνατότητες του. Το έργο του Μπετόβεν για την δική μου εμβέλεια είναι 5 φορές το ΟΛΑ του κόσμου. Για τον ίδιο τον Μπετόβεν είναι ψήγματα. Αν τα μετoυσιώσεις όλα σε τέχνη δεν έχεις εξέλιξη. Η αγωνία αυτή δεν είναι η τέχνη σου;
Πρώτα-πρώτα και μεταξύ μας δεν θεωρώ τον εαυτό μου καλλιτέχνη.
Τι τον θεωρείς τότε;
Έναν πειραματιστή, έναν ανήσυχο άνθρωπο, που θα ήθελε εκτός από αυτό που βλέπει να δει και κάτι άλλο.
Τόσο το χειρότερο για σένα. Ο πειραματιστής όταν τελειώσει το πείραμά του, τι την θέλει τη ζωή!
Δεν τελειώνει αυτό το πείραμα. Έχω την εντύπωση δηλαδή ότι το να ακούς και να μετουσιώνεις τα ερεθίσματα του κόσμου, να τα κάνεις νότες ή λόγια δεν τελειώνει. Το πολύ-πολύ να σε βοηθήσει να το τελειώσεις ο χρόνος.
Κοίταξε τώρα αντίφαση καλλιτέχνη: Λες, ότι δεν μπορώ να τα μετουσιώσω όλα, από την άλλη ότι είσαι ένας πειραματιστής. Όταν τα μετουσιώσει όλα ο πειραματιστής αναιρεί το πείραμα.
Ε, και τις θες να κάνουμε δηλαδή; Τι θες να πούμε; Είμαστε χαμένοι μέσα σε ένα ρευστό, πάμε κι ερχόμαστε και το μόνο που διατηρούμε είναι η αγωνία μας.
Και αυτό το όμορφο πράγμα λέγεται ζωή και αυτό το όμορφο πράγμα για τους πιο επιδέξιους λέγεται τέχνη.
Εντάξει! Το δέχομαι έτσι που το βάζεις. Αλλά το συμπέρασμα εσύ το έβγαλες.
Μα είτε το δεχόμαστε είτε όχι Σωκράτη μου, το συμπέρασμα βγαίνει.
Έχω διαβάσει χίλιες απόψεις για το τι είναι τέχνη. Από φιλόσοφους, καλλιτέχνες. Δεν κατάλαβα ποτέ.
Ουσία και ορισμοί
Όσο πιο ωραίος είναι ο ορισμός τόσο χάνουμε από την ομορφιά του οριζόμενου.
Λες δηλαδή ότι όταν βρίσκουμε έναν ορισμό για κάτι το έχουμε εξαφανίσει;
Όχι! Το έχουμε περιορίσει.
Τότε γιατί ψάχνουμε συνέχεια για ορισμούς;
Αυτή είναι η αντίφαση της ζωής. Όταν ο καλλιτέχνης φτάσει να ορίσει την τέχνη, έχουν χάσει και οι δυο.
Τώρα που μου το λες θα 'χω το νου μου λοιπόν, καμιά φορά να μην ασχοληθώ με ορισμούς των πραγμάτων που διοχετεύω προς τα έξω. Μη τυχόν αυτοαναιρεθώ. Ε, να πάψω λοιπόν να συλλογίζομαι. Να πάψω να πολεμάω συνεχώς με τα εσωτερικά μου φαντάσματα, διότι μπορεί κάποια στιγμή να μου αποκαλυφτούν, τότε δεν θα έχω κανένα λόγο.
Δεν θα σου αποκαλυφτούν ποτέ, και εσύ το ξέρεις πολύ καλά, ότι αυτή η τραγική αντίφαση λέγεται ζωή.
Το κάναμε τελικά ψυχολογικό το έργο και λίγο θρίλερ.
Και πως ντύνονται τώρα πια αυτά μελωδικά για να πιάσουμε την πρακτική πλευρά του θέματος; Δένεις όλες τις επιρροές σου έτσι ώστε μοιάζει να παίζουν κλωτσιές.
Δεν παίζουν κλωτσιές. Έχω την εντύπωση, νομίζω ότι είναι φίλοι. Έχουν δώσει τα χέρια σε αυτά τα τραγούδια. Και αν συμβαίνει σε καναδυό να παίζουν κλωτσιές, αυτό γίνεται επίτηδες.
Η ολοκλήρωση του τραγουδιού είναι όταν συντίθενται τα αντιμαχόμενα στοιχεία;
Μα δεν γίνεται διαφορετικά, αλλιώς προβάλλει ένα πράγμα που είναι εξωφρενικό και αυτό που λέμε κιτς.
Στο τραγούδι σου υπάρχει το εξωφρενικό, όχι το κιτς.
Προσπαθώ να αποφεύγω το κιτς. Έχω κάνει πράγματα κιτσάτα του σκοτωμού. Όταν το ακούω μετά ξέρω ότι αυτό δεν στέκει οπότε παίρνω το μαχαίρι και το μυστρί και αρχίζω και λειαίνω τις γωνίες. Βγάζω τούβλα και βάζω καινούρια υλικά. Όπως καταλαβαίνεις σου μιλάω με όρους οικοδομής γιατί έτσι αισθάνομαι τα τραγούδια.
Σε αυτήν την οικοδομική έχει προτεραιότητα η μουσική ή ο στίχος;
Όλα μαζί πάνε.
Υπάρχουν καλλιτέχνες που λένε άμα δεν βρω ένα καλό στίχο δεν μπορώ να γράψω μουσική, άλλοι το αντίθετο. Εσύ;
Άλλες φορές στον στίχο και άλλες στην μουσική, το πράγμα μοιράζεται. Παλιά έγραφα μόνο σε δοσμένους στίχους. Αν μου έλεγε κάτι το στιχούργημα προσπαθούσα να βρω το εσωτερικό μέτρο. Μπορεί να είναι πεζό αλλά μπορεί να έχει ταυτόχρονα μέτρο. Τουλάχιστον σε σένα που το καταλαβαίνεις. Για παράδειγμα το ποίημα του Καβάφη μπορεί στον απλοϊκό ακροατή να μην έχει, για όποιον όμως το βάζει μέσα του, βλέπει μια βαθύτερη ουσία.
Για πρώτη φορά σε αυτό το τραγούδι σου ο Καβάφης δένεται με το ζεϊμπέκικο.
Άλλοι είπαν, γιατί κάνεις τέτοιες αγριότητες. Είμαι ήσυχος εγώ με αυτό, ζήτησα... την άδεια από τον Καβάφη και την πήρα... δεν μου απάντησε. Αλλά ας έχουμε και λίγο θράσος. Απλώς σκέφτηκα πώς ζούσε ο ποιητής, σε ποιό χώρο. Σε μια πόλη πολυπολιτισμική, οι μουσικές που άκουγε ήταν από αραβική ως δυτικές καντσονέτες, συμφωνική, ρεμπέτικα. Προσπάθησα να βάλω τα στοιχεία σε αυτό το δρώμενο που λέγεται μελοποίηση.
Ως προς τον στίχο κάνεις στίχο καταγγελίας;
Πολλές φορές ναι, τώρα πια όχι γιατί βρίσκομαι σε μια άλλη κατάσταση. Σε μια κατάσταση παραδοχής.
Δηλαδή η καταγγελία σου ήταν μέχρι να σε αποδεχθεί το κοινό;
Όχι. Καθόλου. Δεν σταμάτησε η καταγγελία. Άλλαξε τρόπο εκφοράς. Γιατί τώρα δεν μπορώ να 'ρθω να σε χαστουκίσω αν κάνεις μια βλακεία. Θα σε κοιτάξω με συμπάθεια και θα σου πω κάτι. Παλιά έριχνα πέτρες στον κόσμο. Δεν μπορώ να το κάνω τώρα αυτό. Δεν ξέρω γιατί.
Είναι η ωριμότητα;
Όχι! Από τη μια είναι η αίσθηση ότι είμαστε θαυμαστά πλάσματα και από την άλλη εκπεσόντες άγγελοι. Καταπληκτική η κατάστασή μας. Βρισκόμαστε συνεχώς σε ένα διφορούμενο σε μια διττότητα που περιέχει μεγαλείο και την πλήρη σήψη. Την πτώση την απόλυτη.
Σπέρματα και αντιφάσεις
Έπαψες να λες κουβεντιαστά τραγούδια που εγώ δεν τα «πηγαίνω».
Και τώρα μπορεί να είναι κουβεντιαστή, δεν φεύγουν οι φόρμες από πάνω μας, σου είπα κινούμαστε μέσα σε 3-4 πράγματα, για αυτό δεν είμαστε συνθέτες. Κατάλαβες;
Όχι! Εγώ διαφωνώ αλλά εσύ δίνεις τη συνέντευξη. Εμένα Σωκράτη μου σαν Έλληνα αν μου βάλουν το μαχαίρι να διαλέξω, ε! βαριέμαι να ακούω τον Βέρντι 3 ώρες. Ενώ με ένα τρίλεπτο ο Μ. Βαμβακάρης με έχει απογειώσει, μου τα λέει όλα.
Είναι καταγραφές του DNΑ. Κι εγώ το ίδιο μπορώ να πω. Είναι μια παραδοχή. Για έναν άνθρωπο, έτσι είναι. Αυτό είναι που λέμε ωριμότητα. Αυτό που σπάει τις γωνίες μας, ο χρόνος, ο υποτιθέμενος χρόνος, γιατί και αυτός είναι σχετικός, είναι και η συμμετοχή στη ζωή. Αλλιώς ήταν όταν δεν είχα άνθρωπο δίπλα μου, αλλιώς τώρα που έχω 4 παιδιά. Κοιτάζω τελείως διαφορετικά τα πράγματα. Όπως χαϊδεύω το παιδί μου αισθάνομαι να ανοίγω, να ανθίζω, έτσι ήθελα να είναι ο κόσμος και πραγματικά δεν μπορώ να χτυπήσω τον κόσμο. Θα τον χαϊδεύω σαν το παιδί μου έστω κι αν προβάλλει τον χειρότερό του εαυτό.
Δεν είναι πιστεύω τόσο εύστοχος ο παραλληλισμός με δεδομένο ότι σήμερα κυριαρχεί η εμπορική υποκουλτούρα.
Αν δεν υπήρχε η υποκουλτούρα με τέτοια ισχύ και ένταση δεν θα υπήρχαν τόσο ισχυρές προσπάθειες να ξεκολλήσουμε από αυτή. Αυτή η σύγκρουση θα παραγάγει τα καινούρια έργα.
Ναι. Μα οι εποχές οι περίεργες της κρίσης των αξιών έχουν ένα θετικό...
Όχι μόνο! Έχουν ένα τεράστιο θετικό ρόλο.
Η εποχή μας θα φτάσει στα άκρα, θα βγάλει μόνο μεγαλοφυΐες και μαλάκες.
Ωραία! Ας το δεχτούμε έτσι και ας πάψουμε να νομίζουμε ότι θα ήταν καλύτερο να πλέουμε σε μια ομογενοποιημένη κατάσταση όπου όλα είναι αποδεκτά, θαυμαστά και καλλιτεχνικότατα.
Θέλουμε και να ξεχωρίζουμε, να κάνουμε το κέφι και οι άλλοι να είναι σαν και μας. Αλλά όταν όλοι γίνουν σαν και μας δεν υπάρχει διάκριση, δεν υπάρχει τέχνη.
Μα δεν υπάρχει και ζωή. Η ζωή δεν στέκεται για να την τακτοποιήσεις εσύ κι εγώ και να πούμε, είδες τελικά τα καταφέραμε. Αυτό το έκαναν τα πολιτικά και τα επαναστατικά συστήματα σ' όλη την ιστορία. Τι προσπάθησαν να κάνουν; Να ομογενοποιήσουν την ανάγκη, την ζωή, την έμπνευση, την τέχνη, όλα τα πράγματα που αφορούν εσωτερικά τον άνθρωπο να τα κάνουν «φλατ».
Είναι η αιτία που όλες ανεξαίρετα οι επαναστάσεις πρόδωσαν τον εαυτό τους.
Δεν πρόλαβε η ίδια η ζωή να ομογενοποιήσει και οι επαναστάσεις αναίρεσαν την ύπαρξή τους. Αφού δεχτούμε την ετερότητα, γιατί να μην εντείνουμε τις γραμμές μας προς την κατεύθυνση που ο καθένας θέλει να πάει; Γίνεται να προσηλυτίσεις την πλειοψηφία στις θέσεις της μειοψηφίας; Όχι! Το μόνο που μπορείς, είναι να πετύχεις τον δικό σου στόχο και να πηγαίνεις κωπηλατώντας κανονικά. Να μην κουράζεσαι και να κοιτάζεις τους άλλους με συμπάθεια.
Και τώρα μετά από αυτά περιμένεις τυπικές δημοσιογραφικές ερωτήσεις;
Είναι πολύ χύμα αυτό το πράγμα. Πρέπει να ασχοληθείς πολύ για να βγάλεις κάτι. Απλώς δεν είναι συνέντευξη περί μουσικής.
Είναι η φιλοσοφία της μουσικής. Ή μήπως η μουσική φιλοσοφία;
Τέλος πάντων. Ερωτώνται οι ίδιοι άνθρωποι τα ίδια. Είναι βασανιστικό. Ίσως για αυτό να αποφεύγουμε να συμμετέχουμε σε τέτοιες συνομιλίες. Όταν επαναλαμβάνεις κάτι συνεχώς, αρχίζεις και ψεύδεσαι. Για να δημιουργήσεις ενδιαφέρον. Εδώ τώρα, όμως, βρεθήκαμε εκτός θέματος.
Εγώ νομίζω ότι καλώς ξεφύγαμε. Έλα τώρα, γράψε τον επίλογο!
Ο επίλογος, ο πρόλογος και το κυρίως θέμα είναι η ίδια η συνέντευξη. Γιατί τώρα στο τέλος να μπούμε στο κλισέ της έκθεσης ιδεών; Ο επίλογος φτιάχνεται κάθε φορά με το επόμενο βήμα. Δεν υπάρχει επίλογος, η ζωή και το έργο συνεχίζονται...

Δεν υπάρχουν σχόλια: